Ελκυστικός φορολογικός προορισμός για τους πλούσιους της Ευρώπης, για στελέχη και μάνατζερ, εύπορους συνταξιούχους, αλλά και για ολόκληρες οικογένειες θεωρείται πλέον η Ελλάδα – και τα στοιχεία το αποδεικνύουν.
Η ευνοϊκή νομοθεσία Non Dom για την αλλαγή της φορολογικής κατοικίας, η οποία θεσμοθετήθηκε στη χώρα μας το 2019, έχει προσελκύσει χιλιάδες φορολογικούς μετανάστες στη χώρα μας. Πολλοί από αυτούς απλώς επιστρέφουν φορολογικά στην Ελλάδα μετά την αποχώρησή τους λόγω των επαναλαμβανόμενων κρίσεων.
Ετσι, πάνω από 8.000 ξένοι έχουν ζητήσει να μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα στην Ελλάδα, και από αυτές τις αιτήσεις έχουν εγκριθεί πάνω από τις μισές, περίπου 4.700. Από αυτούς, 213 είναι εκατομμυριούχοι από το εξωτερικό που επένδυσαν συνολικά πάνω από 106 εκατ. ευρώ, πληρώντας την ελάχιστη επένδυση που απαιτείται για το Non Dom για τη μεταφορά της έδρας τους και την προνομιακή φορολόγηση των κεφαλαίων τους στην Ελλάδα. Υπολογίζεται ότι τα περισσότερα από αυτά τα κεφάλαια θα αποτελέσουν παραγωγικές επενδύσεις που ενδέχεται να ξεπεράσουν, βάσει των σχετικών στοιχείων που υποβλήθηκαν, ακόμα και τα 500 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, 3.700 ψηφιακοί νομάδες εργάζονται και φορολογούνται πλέον στη χώρα μας, ενώ πάνω από 820 ξένοι συνταξιούχοι μπορούν να αλλάξουν τη φορολογική τους κατοικία προκειμένου να πληρώνουν φόρους στην Ελλάδα και όχι στη δική τους χώρα.
Η αύξηση της «μετανάστευσης» πλουσίων από χώρες όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Νορβηγία αναμένεται να κορυφωθεί φέτος, καθώς οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επιβάλλουν αυστηρότερα φορολογικά μέτρα αναγκάζοντας τους πλούσιους πολίτες τους να αναζητήσουν εναλλακτικές λύσεις. Μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί 214 αιτήσεις από εύπορους του εξωτερικού και έχουν ήδη υπαχθεί 213 στο ειδικό φορολογικό καθεστώς. Η νομοθεσία ορίζει ότι όσοι μεταφέρουν τη φορολογική τους έδρα στην Ελλάδα οφείλουν να επενδύσουν το ποσό των 500.000 ευρώ εντός τριετίας. Επιπλέον, πρέπει να διακρατήσουν την επένδυση για διάστημα 15 ετών. Οι περισσότεροι από τους 213 το έχουν ήδη πράξει, και μάλιστα πληροφορίες αναφέρουν ότι τα ποσά που έχουν επενδύσει πολλοί εξ αυτών ξεπερνούν κατά μέσο όρο το 1 εκατ. ευρώ ο καθένας.
Λίγα χρόνια νωρίτερα, όταν το μέτρο ήταν στα σπάργανα, φορολογική δήλωση στην Ελλάδα υπέβαλαν το 2021 (για τα εισοδήματα που είχαν το 2020 στο εξωτερικό) μόλις 23 πλούσιοι του εξωτερικού. Και μόνο οι δύο εξ αυτών πλήρωσαν τα επιπλέον 20.000 ευρώ για να προσθέσουν ως φορολογουμένους τα μέλη των οικογενειών τους.
Δεν είναι όμως μόνο αυτοί που έχουν μεταφέρει τη φορολογική τους κατοικία στη χώρα μας. Περισσότερες από 1.200 αιτήσεις έχουν κατατεθεί στην Εφορία από συνταξιούχους του εξωτερικού, οι οποίοι θέλουν να φορολογούνται με 7% για το σύνολο του εισοδήματός τους που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή. Αυτό είναι το βασικό κίνητρο του προγράμματος, το οποίο οδηγεί, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση, και σε αγορά κατοικίας στην Ελλάδα. Μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί πάνω από 820 αιτήσεις. Είναι εντυπωσιακό ότι δεκάδες συνταξιούχοι έρχονται από χώρες του Νότου, όπως η Ιταλία, η Κύπρος, η Πορτογαλία, η Μάλτα κ.λπ., οι οποίες εφαρμόζουν εδώ και χρόνια ανάλογα προγράμματα προσέλκυσης συνταξιούχων από τη Βόρεια Ευρώπη.
Στελέχη που επιστρέφουν
Ο φορολογούμενος φυσικό πρόσωπο που μεταφέρει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπάγεται για 7 φορολογικά έτη σε ειδικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα που προκύπτει στην ημεδαπή. Ειδικότερα, ο φορολογούμενος απαλλάσσεται από τον φόρο εισοδήματος και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης κατά 50% για το εισόδημα από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτά στην Ελλάδα. Μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί 6.600 αιτήσεις, και από αυτές έχουν εγκριθεί περίπου 3.700.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το 70% εξ αυτών αφορά μισθωτούς, το 20% ελεύθερους επαγγελματίες και το 10% ατομικές επιχειρήσεις. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και εκατοντάδες Ελληνες που επαναπατρίζονται (από Γερμανία, Κύπρο, Αγγλία κ.λπ.) στη χώρα την οποία κάποτε εγκατέλειψαν. Υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο αυτό μπορεί να ενταχθεί κάθε ενδιαφερόμενος που:
■ Δεν ήταν φορολογικός κάτοικος της Ελλάδας τα προηγούμενα πέντε από τα έξι έτη πριν από τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του στην Ελλάδα.
■ Μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία από κράτος-μέλος της Ε.Ε. ή του ΕΟΧ ή από κράτος με το οποίο είναι σε ισχύ συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας με την Ελλάδα.
■ Παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης που ασκείται είτε σε ημεδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, είτε σε μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπής επιχείρησης στην Ελλάδα.
Τα ίδια προνόμια ισχύουν και εφαρμόζονται ανάλογα για τα φυσικά πρόσωπα που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα με σκοπό να ασκήσουν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον για επιχειρηματικές επενδύσεις παρουσιάζει και το εργαλείο της «φορολογικής μετανάστευσης» μέσω των οικογενειακών γραφείων (family offices). Η κυβέρνηση προχώρησε στη ρύθμιση που προβλέπει φορολόγηση των εν λόγω εταιρειών με βάση τις δαπάνες τους. Ειδικότερα, τα ακαθάριστα έσοδα προσδιορίζονται με την προσθήκη κέρδους 7% στις δαπάνες, το οποίο φορολογείται με τον κανονικό συντελεστή (24%) των κερδών.
Η πρόβλεψη ενός σταθερού ποσοστού κερδοφορίας φαίνεται πως αποτελεί κίνητρο προσέλκυσης επενδυτών, αφού εξασφαλίζει τη δυνατότητα πρόβλεψης της φορολογικής επιβάρυνσης κάθε έτος. Σημειώνεται επίσης ότι οι πράξεις μεταξύ των family offices και των προσώπων που μετέχουν σε αυτά θεωρούνται εσωτερικές πράξεις και όχι συναλλαγές που υπόκεινται σε ΦΠΑ.